Μπορεί να σας ακούγεται ως κάτι «ειδικό», ιδιαίτερο και επιστημονικό. Ως κάτι που γνωρίζουν λίγοι.
Στην πραγματικότητα όμως οι χημικές δίαιτες δεν υφίστανται καν στην επιστημονική βιβλιογραφία. Είναι δελεαστικές, γιατί υπόσχονται μεγάλη και άμεση απώλεια βάρους, κάτι που οι περισσότεροι αναζητούν. Είναι όμως ασφαλείς; Εξασφαλίζουν μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα;
Καταρχήν για να δούμε τι ακριβώς είναι, συνήθως αποκλείουν κάποιο θρεπτικό συστατικό, όπως για παράδειγμα τους υδατάνθρακες και είναι πλούσιες σε πρωτεΐνη και λίπος, ενώ από την άλλη οι μονοφαγικές δίαιτες περιορίζονται στην κατανάλωση συγκεκριμένων τροφίμων, όπως για παράδειγμα φρούτα και λαχανικά ή κοτόπουλο και ρύζι και αποκλείουν όλα τα υπόλοιπα. Το υποτιθέμενο «μυστικό της επιτυχίας» τους εντοπίζεται στο ότι η σύνθεσή τους προκαλεί κάποιου είδους αλλαγές ή ενεργοποίηση του μεταβολισμού,
διευκολύνοντας την «αποτοξίνωση» του οργανισμού και προάγοντας τη γρήγορη απώλεια βάρους.
Στην πραγματικότητα οι συγκεκριμένες δίαιτες απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή, καθώς όχι μόνο δεν επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσουν τελικά στο αντίθετο αποτέλεσμα, με συνεχείς αυξομειώσεις του βάρους (φαινόμενο «γιο-γιο») ή και να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία.
Αρχικά, ο αποκλεισμός ολόκληρων ομάδων τροφίμων που προστάζουν οι δίαιτες αυτές, μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη πρόσληψη θρεπτικών συστατικών και κατ’ επέκταση στην εμφάνιση συμπτωμάτων ανεπάρκειας για ορισμένα από αυτά.
Από την άλλη, η μονοτονία καθιστά δύσκολη τη συμμόρφωση του ατόμου με τη δίαιτα, ενώ παράλληλα αυξάνεται ο κίνδυνος επεισοδίων υπερφαγίας λόγω του στερητικού της χαρακτήρα. Το σημαντικότερο ωστόσο μειονέκτημα είναι ο τρόπος με τον οποίο επιτυγχάνεται η αρχική απώλεια βάρους, καθώς αυτή προέρχεται από απώλεια υγρών και μυϊκής μάζας και όχι λίπους, κάτι το οποίο έχει σημαντική επίδραση στο βασικό μεταβολικό ρυθμό του ατόμου, η μείωση του οποίου μπορεί να εμποδίσει την περαιτέρω απώλεια βάρους.
Τέλος, τα άτομα που ακολουθούν τέτοιου είδους διατροφικά σχήματα, συνήθως επανακτούν το βάρος που έχασαν ή και περισσότερο σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά την ολοκλήρωση της δίαιτας. Το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι η επαναφορά σε «φυσιολογικές» διαιτητικές συνήθειες σε συνδυασμό με τη μείωση του βασικού μεταβολικού ρυθμού και πιθανότατα την προερχόμενη από τη στερητική δίαιτα υπερκατανάλωση τροφής, έχουν αυξημένο κόστος για το ενεργειακό ισοζύγιο.
Επομένως δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι προκειμένου να επιτευχθούν τα επιθυμητά αποτελέσματα και παράλληλα η διατήρηση ή/και βελτίωση της υγείας, η απώλεια βάρους θα πρέπει να προέρχεται από συνδυασμό μιας ισορροπημένης δίαιτας με ήπιο θερμιδικό περιορισμό και αύξηση της φυσικής δραστηριότητας, στοχεύοντας σε απώλεια της τάξης του 0,5-1 κιλό ανά εβδομάδα.
Άλλωστε, μην ξεχνάτε ότι οι μικρές αλλαγές στις καθημερινές συνήθειες διατροφής και άσκησης είναι ευκολότερο να επιτευχθούν και πιθανότερο να διατηρηθούν σε μακροχρόνιο επίπεδο, προσφέροντας πολλαπλά οφέλη στην υγεία και την ποιότητα ζωής.
Από τη Χριστίνα Κατσαρού, επιστημονική συνεργάτη neadiatrofis.gr