Είναι γνωστό πως η διατροφή παίζει κάποιο ρόλο στην ανάπτυξη διάφορων μορφών καρκίνου.
Μάλιστα, ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι περίπου το 1/3 των περιστατικών εμφάνισης της νόσου θα μπορούσε να προληφθεί μέσα από αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες. Νέα μελέτη, που δημοσιεύεται στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Journal of the Academy of Nutrition and Dietetics, θέλησε να εξετάσει κατά πόσο η ενεργειακή πυκνότητα των τροφίμων συνδέεται με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.
Η ενεργειακή πυκνότητα αποτελεί ένα δείκτη αξιολόγησης της ποιότητας των τροφίμων και της αναλογίας θερμίδων και θρεπτικών συστατικών που προσφέρουν. Ειδικότερα, όσο περισσότερες θερμίδες ανά γραμμάριο αποδίδει ένα τρόφιμο, τόσο υψηλότερη είναι η ενεργειακή του πυκνότητα.
Τα φρούτα, τα λαχανικά, τα όσπρια και το άπαχο κρέας, για παράδειγμα, θεωρούνται τρόφιμα χαμηλής ενεργειακής πυκνότητας, καθώς προσφέρουν πολλά θρεπτικά συστατικά και λίγες θερμίδες. Αντίθετα, τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος ή/και ζάχαρη, όπως το τυποποιημένο και «γρήγορο-πρόχειρο» φαγητό, θεωρούνται υψηλής ενεργειακής πυκνότητας, καθώς προσφέρουν πολλές θερμίδες ανά γραμμάριο, ενώ απαιτείται μεγάλη ποσότητα ώστε να προσληφθούν τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά.
Για τους σκοπούς της μελέτης, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα από 90.000 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Συνολικά, παρατηρήθηκε πως οι γυναίκες που κατανάλωναν δίαιτα πλούσια σε τρόφιμα υψηλής ενεργειακής πυκνότητας είχαν 10% μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης ορισμένων μορφών καρκίνου που συνδέονται με την παχυσαρκία. Επιπλέον, η αύξηση του κινδύνου φάνηκε να είναι ανεξάρτητη από το δείκτη μάζας σώματος, καθώς η υψηλή κατανάλωση ενεργειακά πυκνών τροφίμων συσχετίσθηκε με μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου και σε γυναίκες φυσιολογικού βάρους.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, το παραπάνω εύρημα δείχνει πως η αποτελεσματική διαχείριση του σωματικού βάρους σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, πιθανόν να μην είναι αρκετή για τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης σχετιζόμενων με την παχυσαρκία μορφών καρκίνου, εάν εκείνες ακολουθούν δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε ενεργειακά πυκνά τρόφιμα.
Κλείνοντας, σχολιάζουν πως απαιτούνται περισσότερες μελέτες προκειμένου να κατανοήσουμε με ποιο τρόπο μπορεί η υψηλή ενεργειακή πυκνότητα της δίαιτας να συνδέεται με την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου. Σε κάθε περίπτωση, καθώς πρόκειται για έναν τροποποιήσιμο παράγοντα, φαίνεται πως η εφαρμογή διατροφικών παρεμβάσεων για τον περιορισμό της κατανάλωσης τροφίμων με υψηλή ενεργειακή πυκνότητα, θα μπορούσε να συμβάλλει στην πρόληψη της νόσου.
Επιστημονική Ομάδα neadiatrofis.gr