Τα παιδιά είναι οι πιο σκληροί κριτές των συνομηλίκων τους. Πολλές φορές μιλάνε πολύ σκληρά σε φίλους ή συμμαθητές τους που είναι λίγο πιο «στρουμπουλοί», χωρίς μάλιστα πολλές φορές να είναι στην πραγματικότητα υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.
Στο ίδιο όμως λάθος υποπίπτουν πολλές φορές και οι γονείς. Μπροστά στο φόβο τους να μην γίνει υπέρβαρο το παιδί τους, όταν δούνε ότι αυτό μπορεί να πάρει λίγο απότομα βάρος, ως συνέπεια της ανάπτυξής του, του μιλάνε σκληρά για το βάρος του, του απαγορεύουν το φαγητό και άλλα αντίστοιχα.
Η τακτική αυτή ωστόσο είναι σύμφωνα με τους ειδικούς πέρα για πέρα λανθασμένη.
Ο στιγματισμός ενός παιδιού και ενός εφήβου με τη στάμπα του «χοντρού» μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για τη μετέπειτα υγεία του.
Γενικότερα, επιστημονικά στοιχεία δείχνουν σήμερα ότι τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες, οι προσπάθειες απώλειας βάρους που στηρίζονται στον υπερτονισμό – στιγματισμό ενός ατόμου (π.χ., χρησιμοποιώντας σκληρή γλώσσα ή στερεοτυπικές απεικονίσεις των υπέρβαρων ατόμων) μπορεί να σχετίζεται αρνητικά με την αλλαγή της συμπεριφοράς και φαίνεται ότι είναι απίθανο να οδηγήσουν σε απώλεια βάρους. Φαίνεται λοιπόν ότι οι ψυχολογικές επιπτώσεις της παχυσαρκίας μπορεί να ξεκινήσουν και μέσω του στιγματισμού κάποιου ως υπέρβαρου, ακόμη και αν αυτός δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα.
Για το λόγο αυτό, ιδιαιτέρως οι γονείς πριν καταφύγουν σε τέτοιου είδους συμπεριφορές να συμβουλεύονται τον παιδίατρό τους, ώστε καταρχήν να αξιολογείται επιστημονικά και με αξιοπιστία το βάρος ενός παιδιού ή εφήβου με βάση τις καμπύλες ανάπτυξης και στη συνέχεια, αν και εφόσον έχουμε ένα υπέρβαρο παιδί, να γίνονται ήπιες παρεμβάσεις με τη βοήθεια ειδικού διατροφολόγου.
Από το Χάρη Γεωργακάκη
Διευθυντή επιστημονικής ομάδας και διατροφικού portal «Νέα Διατροφής»