Η χολοκυστεκτομή, δηλαδή η χειρουργική αφαίρεση της χοληδόχου κύστης, αποτελεί μια συχνή επέμβαση που πραγματοποιείται για την αντιμετώπιση της χολολιθίασης και την πρόληψη σοβαρότερων επιπλοκών που μπορεί να επιφέρει.
Η χοληδόχος κύστη είναι ένας σάκος στον οποίο αποθηκεύεται η χολή που παράγεται από το ήπαρ. Μετά την κατανάλωση τροφής, η χοληδόχος κύστη συσπάται, απελευθερώνοντας το περιεχόμενό της στο λεπτό έντερο, προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία της πέψης. Σε περιπτώσεις αφαίρεσης της χοληδόχου κύστης, η χολή εκκρίνεται απευθείας από το ήπαρ προς το λεπτό έντερο και η διαδικασία της πέψης εκτελείται φυσιολογικά χωρίς να επηρεάζεται η υγεία και ο τρόπος ζωής του ατόμου.
Το ίδιο ισχύει και για τη διαιτητική πρόσληψη του ασθενούς, καθώς οι διατροφικοί περιορισμοί που απαιτούνται στην περίπτωση της χολοκυστεκτομής, αφορούν μόνο ένα σύντομο χρονικό διάστημα μετά την επέμβαση και στη συνέχεια το άτομο επανέρχεται σταδιακά στις διατροφικές του συνήθειες. Το διάστημα αυτό κυμαίνεται από τις πρώτες ημέρες έως και λίγες εβδομάδες μετά την αφαίρεση της χοληδόχου κύστης, αν και μπορεί να ποικίλει ανάλογα με την ηλικία, τη συμπτωματολογία και τη συνολική κατάσταση της υγείας του ατόμου.
Ειδικότερα, κατά την περίοδο «προσαρμογής» του οργανισμού μετά την αφαίρεση της χοληδόχου κύστης προτείνονται:
Περιορισμός του προσλαμβανόμενου λίπους: Η αυξημένη πρόσληψη λίπους ενδεχομένως να μη γίνεται καλά ανεκτή κατά το πρώτο μετεγχειρητικό διάστημα με αποτέλεσμα να προκαλούνται γαστρεντερικά συμπτώματα. Συνεπώς, θα πρέπει να αποφεύγεται η κατανάλωση τηγανιτών και λιπαρών τροφίμων, γλυκών, τυποποιημένων προϊόντων με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος, λιπαρών κρεάτων, αλλαντικών και τυριών, καθώς επίσης και φαγητών που περιέχουν βούτυρο ή άλλες λιπαρές ύλες και σάλτσες.
Κατανάλωση μικρών και συχνών γευμάτων: Ο καταμερισμός της τροφής σε συχνότερα γεύματα με μικρότερη ποσότητα φαγητού φαίνεται ότι ωφελεί τους περισσότερους ασθενείς, διευκολύνοντας τη διαδικασία της πέψης.
Σταδιακή επανένταξη των φυτικών ινών: Τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες, όπως φρούτα, λαχανικά, προϊόντα δημητριακών ολικής άλεσης και όσπρια θα πρέπει να προστεθούν σταδιακά στη διατροφή του ατόμου, ώστε να ομαλοποιηθεί η κινητικότητα του εντέρου. Παράλληλα θα πρέπει να εξασφαλίζεται επαρκής πρόσληψη νερού και υγρών, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης δυσκοιλιότητας.
Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί πως η εξατομίκευση του διαιτολογίου παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς η ανοχή σε ορισμένα τρόφιμα και τα συμπτώματα που ενδεχομένως να προκαλεί η κατανάλωσή τους μπορεί να διαφοροποιούνται σημαντικά μεταξύ των ατόμων.
Από τη Χριστίνα Κατσαρού, επιστημονική συνεργάτη neadiatrofis.gr