Σύμφωνα με τα αποτελέσματα νέας μετα-ανάλυσης, που δημοσιεύεται στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Neurology, φαίνεται ότι τόσο το αυξημένο, όσο και το χαμηλό σωματικό βάρος, συνδέονται με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης ημικρανίας.
Η ημικρανία αποτελεί ένα είδος πονοκεφάλου που εμφανίζεται σε μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού, ενώ τα αίτια εμφάνισής της δεν είναι πλήρως κατανοητά. Αν και δεν υπάρχει συγκεκριμένη θεραπεία, η κατανάλωση τακτικών γευμάτων, ο επαρκής και ποιοτικός ύπνος, η σωματική δραστηριότητα και ορισμένες τεχνικές χαλάρωσης και διαχείρισης του στρες, συστήνονται συχνά για την ανακούφιση των συμπτωμάτων. Επιπλέον, σε παχύσαρκα άτομα με ημικρανίες, συστήνεται η απώλεια σωματικού βάρους.
Για τους σκοπούς της παρούσας μελέτης, οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 12 προηγούμενες μελέτες, στις οποίες συμμετείχαν περίπου 290.000 εθελοντές, προκειμένου να εξετάσουν τη σχέση του δείκτη μάζας σώματος με την πιθανότητα εμφάνισης ημικρανίας.
Συνολικά, ο κίνδυνος εμφάνισης ημικρανίας βρέθηκε να είναι 27% υψηλότερος σε παχύσαρκα άτομα, σε όσους δηλαδή είχαν δείκτη μάζας σώματος μεγαλύτερο του 30. Από την άλλη, και το χαμηλό σωματικό βάρος φάνηκε να συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο, καθώς οι εθελοντές με δείκτη μάζας σώματος μικρότερο του 18,5 φάνηκαν να έχουν 13% υψηλότερη πιθανότητα εμφάνισης ημικρανίας, συγκριτικά με όσους είχαν φυσιολογικό βάρος.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, ο σχεδιασμός της μελέτης δεν επιτρέπει την εξαγωγή οριστικών συμπερασμάτων και δεν αποδεικνύει σχέση αιτίας και αποτελέσματος. Ωστόσο, σχολιάζουν πως είναι πιθανό οι ορμόνες που εκκρίνονται από το λιπώδη ιστό να εμπλέκονται με κάποιο τρόπο στην πρόκληση ημικρανίας. Από την άλλη, η πιθανή σχέση της σύστασης σώματος με την ημικρανία μπορεί να επηρεάζεται από παράγοντες όπως η σωματική δραστηριότητα, η λήψη φαρμάκων ή η κατάθλιψη. Κλείνοντας, τονίζουν πως απαιτούνται περισσότερες μελέτες, ώστε να διερευνηθεί κατά πόσο οι μεταβολές του σωματικού βάρους μπορούν να επηρεάσουν την πιθανότητα εμφάνισης ημικρανίας.
Επιστημονική Ομάδα neadiatrofis.gr