Νέα μελέτη, που παρουσιάστηκε σε συνέδριο της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρίας, δείχνει πως η παράλειψη του πρωινού γεύματος έχει σημαντική επίδραση στο
μεταβολισμό της γλυκόζης ασθενών που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ.
Στη μελέτη, που δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό Diabetes Care, συμμετείχαν 22 διαβητικοί ασθενείς, ηλικίας 57 ετών κατά μέσο όρο. Σε διάστημα δύο ημερών, οι εθελοντές κατανάλωσαν για μεσημεριανό και βραδινό, ένα γεύμα με πανομοιότυπη σύσταση και θερμιδικό περιεχόμενο. Η μόνη διαφορά εντοπίστηκε στο γεγονός ότι τη μία μέρα είχαν καταναλώσει πρωινό ενώ την άλλη όχι.
Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι η παράλειψη του πρωινού οδήγησε σε σημαντική αύξηση της μεταγευματικής απόκρισης γλυκόζης και στα δύο επακόλουθα γεύματα. Πιο συγκεκριμένα, τα επίπεδα γλυκόζης διαμορφώθηκαν στα 268 mg/dl μετά το μεσημεριανό και 298 mg/dl μετά το βραδινό, την ημέρα που δεν είχε καταναλωθεί πρωινό γεύμα, έναντι 192 mg/dl και 215 mg/dl αντίστοιχα, την ημέρα που είχε καταναλωθεί πρωινό.
Σύμφωνα με τις υποθέσεις των ερευνητών, η παρατεταμένη νηστεία έχει ως αποτέλεσμα τα β-κύτταρα του παγκρέατος να «ξεχνούν» το φυσιολογικό τους ρόλο και να καθυστερούν την έκκριση ινσουλίνης, γεγονός που οδηγεί σε μεγαλύτερη αύξηση των επιπέδων γλυκόζης μέσα στη μέρα. Επιπλέον, η παρατεταμένη νηστεία οδηγεί σε αύξηση των επιπέδων ελεύθερων λιπαρών οξέων στο αίμα, τα οποία μειώνουν τη δραστικότητα της ινσουλίνης.
Κλείνοντας, ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας αναφέρει πως οι διαβητικοί ασθενείς δε θα πρέπει να παραλείπουν το πρωινό γεύμα, καθώς κάτι τέτοιο φαίνεται ότι δυσχεραίνει τη λειτουργία των β-κυττάρων του παγκρέατος και οδηγεί σε υψηλότερα επίπεδα γλυκόζης, ακόμη κι αν δεν καταναλώνεται αυξημένη ποσότητα τροφής στα επόμενα γεύματα.
Επιστημονική Ομάδα neadiatrofis.gr