Μία από τις πιο συχνές και ευρέως χρησιμοποιούμενες μεθόδους αξιολόγησης του σωματικού λίπους είναι αυτή που γίνεται με τη μέθοδο της βιοηλεκτρικής αγωγιμότητας.
Θεωρείται έγκυρη όταν τηρείται ένα σχετικά αυστηρό πρωτόκολλο πριν από τη μέτρηση. Δεδομένου ότι η μέθοδος αυτή είναι αρκετά ευαίσθητη σε μεταβολές της υδατικής κατάστασης του ατόμου, μεταξύ άλλων ζητείται από τον εξεταζόμενο να τηρήσει μία σειρά από διατροφικούς περιορισμούς την ημέρα της μέτρησης. Συγκεκριμένα, το άτομο πρέπει να παραμείνει νηστικό για τουλάχιστον 3-4 ώρες πριν από τη μέτρηση, απέχοντας από την κατανάλωση τροφών και ροφημάτων/υγρών.
Μια πρόσφατη μελέτη που διενεργήθηκε από το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης φαίνεται να ανατρέπει αυτά τα δεδομένα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, η κατανάλωση ενός μικρού γευματιδίου ή υγρών πριν από τη μέτρηση βρέθηκε να μην επηρεάζει ουσιαστικά το αποτέλεσμα των λιπομετρήσεων, καθώς η απόκλιση ως προς το μετρούμενο σωματικό λίπος ήταν περίπου 0,1%.
Αν και η κλινική εφαρμογή αυτών των ευρημάτων θα πρέπει να επιβεβαιωθεί από περισσότερες μελέτες, διευρύνοντας την έρευνα και σε άλλους τύπους τροφίμων και λιπομετρητών, η μελέτη αυτή ίσως αποτελέσει τη βάση για την εφαρμογή λιγότερο αυστηρών διατροφικών περιορισμών προ των λιπομετρήσεων με τη μέθοδο της βιοηλεκτρικής αγωγιμότητας, τα οποία θα προκαλούν μικρότερη επιβάρυνση στους εξεταζόμενους.
Από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο
Επιστημονικό συνεργάτη neadiatrofis.gr