Νέα μελέτη, που δημοσιεύεται στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Diabetologia, δείχνει πως υπάρχει αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης παχυσαρκίας στην
ηλικία των 9-11 ετών, για παιδιά που γεννήθηκαν από μητέρες, οι οποίες εμφάνισαν σακχαρώδη διαβήτη κύησης.
Για τους σκοπούς της μελέτης, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα από 4.740 παιδιά ηλικίας 9-11 ετών, από 12 χώρες. Για τη διάγνωση του διαβήτη κύησης χρησιμοποιήθηκαν τα κριτήρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ή της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρίας, ενώ στα παιδιά πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις ύψους, βάρους, περιφέρειας μέσης και ποσοστού σωματικού λίπους.
Συνολικά, το 4,3% των μητέρων είχε εμφανίσει διαβήτη κύησης, ενώ τα ποσοστά παχυσαρκίας, κεντρικού τύπου παχυσαρκίας και αυξημένου σωματικού λίπους στα παιδιά, στην ηλικία των 9-11 ετών, διαμορφώθηκαν στο 12,3%, 9,9% και 8,1%, αντίστοιχα.
Λαμβάνοντας υπόψιν διάφορους παράγοντες που έχουν συσχετισθεί με την πιθανότητα εμφάνισης παιδικής παχυσαρκίας, όπως η ηλικία της μητέρας κατά τη γέννηση, το επίπεδο εκπαίδευσης, το φύλο, οι συνήθειες διατροφής, άσκησης και ύπνου, το βάρος γέννησης καθώς και ο τρέχον δείκτης μάζας σώματος της μητέρας, υπολογίστηκε πως ο κίνδυνος εμφάνισης κεντρικού τύπου παχυσαρκίας ήταν υψηλότερος κατά 54% στα παιδιά που γεννήθηκαν από μητέρες με ιστορικό διαβήτη κύησης.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, οι μηχανισμοί μεσω των οποίων η έκθεση του εμβρύου στο διαβήτη κατά την ενδομήτριο ζωή, αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκίας δεν έχουν κατανοηθεί πλήρως. Ωστόσο, είναι πιθανό να παίζουν ρόλο η εμφάνιση αυξημένης λιπώδους μάζας στο έμβρυο, η αλλαγή των επιπέδων ορισμένων ορμονών, τα υψηλότερα επίπεδα γλυκόζης, ινσουλίνης και λεπτίνης ή/και πιθανές μεταβολές στην έκφραση των γονιδίων που ευνοούν τη συσσώρευση λίπους.
Επιστημονική Ομάδα neadiatrofis.gr