Η δια νόμου υποχρέωση των βιομηχανιών τροφίμων να περικόψουν το ποσοστό αλατιού που περιέχεται στα προϊόντα τους, μπορεί να μειώσει μέχρι και 18%, τα περιστατικά εμφραγμάτων και εγκεφαλικών επεισοδίων, σύμφωνα με αυστραλιανή έρευνα.
Η επιστημονική ομάδα της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Κουίνσλαντ εισηγείται στις κυβερνήσεις να προχωρήσουν σε υποχρεωτικές και όχι προαιρετικές περικοπές του αλατιού στη βιομηχανία τροφίμων, καθώς, όπως επισημαίνει, η διατροφή που περιέχει υψηλά επίπεδα αλατιού, συνδέεται με αύξηση της αρτηριακής πίεσης, που μπορεί να οδηγήσει σε καρδιαγγειακά προβλήματα.
Οι ενήλικες, σύμφωνα με τους ερευνητές, δεν πρέπει να καταναλώνουν περισσότερα από έξι γραμμάρια αλατιού τη μέρα, δηλαδή περίπου ένα κουταλάκι. Πολλές χώρες (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Καναδάς, Αυστραλία κ.α.) έχουν υιοθετήσει πρόγραμμα μείωσης του αλατιού, είτε επιβάλλοντας τη σχετική αναφορά στις ετικέτες των τροφίμων, είτε προωθώντας εθελοντικές περικοπές της ποσότητάς του σε ευρέως χρησιμοποιούμενα τρόφιμα, όπως το ψωμί, το βούτυρο, τα δημητριακά κ.α.
Οι ερευνητές που δημοσίευσαν τη σχετική εργασία στο επιστημονικό περιοδικό Heart, υπολόγισαν ότι η εθελοντική περικοπή του αλατιού από πλευράς των βιομηχανιών τροφίμων μπορεί να επιφέρει μια μείωση σχεδόν 1% στα εμφράγματα, περίπου υπερδιπλάσια σε σχέση με την μείωση κατά 0,5% που επιφέρουν οι απλές διατροφικές συμβουλές στον πληθυσμό. Αν όμως οι περικοπές λάβουν υποχρεωτικό χαρακτήρα, τότε εκτίμησαν ότι η μείωση των εμφραγμάτων θα ήταν περίπου 20πλάσια, δηλαδή κοντά στο 18%.
Επιστημονική Ομάδα neadiatrofis.gr