Νέα μελέτη, που δημοσιεύεται στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism, δείχνει πως η σύνθεση της εντερικής μικροχλωρίδας διαφέρει μεταξύ παχύσαρκων και φυσιολογικού βάρους παιδιών και εφήβων.
Μάλιστα, πρόκειται για την πρώτη μελέτη που δείχνει ότι πιθανόν να υπάρχει σχέση που συνδέει την εντερική μικροχλωρίδα με την κατανομή του σωματικού λίπους σε παιδιά και εφήβους.
Οι ερευνητές εξέτασαν την εντερική μικροχλωρίδα και το σωματικό βάρος 84 παιδιών και εφήβων, ηλικίας 7-20 ετών, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία, προκειμένου να προσδιοριστούν τα επίπεδα σωματικού λίπους. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκαν αιματολογικές εξετάσεις και οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ένα ημερολόγιο καταγραφής τροφίμων.
Συνολικά, παρατηρήθηκαν διαφορές στα είδη μικροοργανισμών της εντερικής χλωρίδας μεταξύ παχύσαρκων παιδιών και εφήβων και όσων είχαν φυσιολογικό σωματικό βάρος. Επιπλέον, φάνηκε πως τα είδη μικροοργανισμών που βρίσκονταν σε μεγαλύτερη αναλογία στον εντερικό σωλήνα των παχύσαρκων παιδιών και εφήβων, ήταν περισσότερο αποδοτικά στη διάσπαση υδατανθράκων, συγκριτικά με εκείνα που συνέθεταν την εντερική μικροχλωρίδα των παιδιών φυσιολογικού βάρους.
Από την άλλη, τα παχύσαρκα παιδιά φάνηκαν να έχουν υψηλότερα επίπεδα λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου στο αίμα, τα οποία παράγονται από ορισμένα είδη βακτηρίων του εντερικού σωλήνα κι ενδεχομένως να σχετίζονται με τη διαδικασία σύνθεσης λίπους στο ήπαρ.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, τα ευρήματα της μελέτης δείχνουν πως τα είδη των μικροοργανισμών που συνθέτουν την εντερική μικροχλωρίδα, διαφέρουν μεταξύ παχύσαρκων και φυσιολογικού βάρους παιδιών και εφήβων. Κλείνοντας, σχολιάζουν πως η ανάπτυξη παρεμβάσεων για την τροποποίηση της εντερικής μικροχλωρίδας, θα μπορούσε ενδεχομένως να συμβάλλει μελλοντικά στην πρόληψη η έγκαιρη αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.
Από τη Χριστίνα Κατσαρού επιστημονική συνεργάτη neadiatrofis.gr