Το ιώδιο είναι ένα απαραίτητο μικροθρεπτικό συστατικό, συμμετέχει σε σημαντικές μεταβολικές αντιδράσεις του οργανισμού.
Πιο συγκεκριμένα, η επαρκής πρόσληψη ιωδίου είναι αναγκαία για τη σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών, που παίζουν βασικό ρόλο στην ανάπτυξη, το μεταβολισμό και τη λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος, ενώ έχει φανεί ότι το ιώδιο εμπλέκεται και στην ανοσολογική απόκριση.
Η συστηνόμενη ημερήσια πρόσληψη ιωδίου διαμορφώνεται στα 150 μg για τους ενήλικες και 90-120 μg για τα παιδιά ανάλογα με την ηλικία τους, ενώ αυξάνεται σε 220 μg και 290 μg, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού, αντίστοιχα. Στις κύριες διαιτητικές πηγές ιωδίου συγκαταλέγονται το ιωδιούχο αλάτι, τα ψάρια και τα θαλασσινά, ενώ μικρότερες ποσότητες περιέχουν τα γαλακτοκομικά προϊόντα και το αβγό.
Αξίζει να αναφερθεί πως τα άτομα που πάσχουν από κάποια θυρεοειδοπάθεια, δε θα πρέπει να αποφεύγουν την κατανάλωση πηγών ιωδίου, καθώς η ανεπαρκής πρόσληψή του μπορεί να επιδεινώσει τη διαταραχή ή να προκαλέσει άλλα συμπτώματα. Από την άλλη βέβαια, θα ήταν καλό οι εν λόγω ασθενείς να μην υπερκαταναλώνουν τρόφιμα όπως τα διάφορα φύκια, ή φαγητά που τα περιέχουν, καθώς ανάλογα με την προέλευση τους, μπορεί να περιέχουν πολύ υψηλή ποσότητα ιωδίου.
Συνολικά, συστήνεται η υιοθέτηση ενός ισορροπημένου διατροφικού προτύπου, που σε συνδυασμό με τη χρήση ιωδιούχου αλατιού και την κατανάλωση ψαριού ή/και θαλασσινών 1-2 φορές ανά εβδομάδα, μπορεί να καλύψει τις ανάγκες του οργανισμού σε ιώδιο, χωρίς να προκαλέσει προβλήματα.
Επιστημονική Ομάδα neadiatrofis.gr