Νέα μελέτη, που δημοσιεύεται στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό American Journal of Clinical Nutrition, δείχνει πως ορισμένες από τις ορμόνες που περιέχονται στο μητρικό γάλα,
ενδεχομένως ασκούν θετική επίδραση στη σύνθεση της εντερικής μικροχλωρίδας του βρέφους, προστατεύοντάς το από την εμφάνιση φλεγμονής και άλλων νοσημάτων αργότερα στη ζωή.
Για τους σκοπούς της μελέτης, οι ερευνητές ανέλυσαν τα είδη και τις μεταβολικές διεργασίες βακτηρίων της εντερικής μικροχλωρίδας από 30 βρέφη ηλικίας δύο εβδομάδων, τα οποία θήλαζαν αποκλειστικά. Από αυτά, 18 είχαν γεννηθεί από μητέρες φυσιολογικού σωματικού βάρους και 12 από παχύσαρκες μητέρες.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, υψηλότερα επίπεδα ινσουλίνης και λεπτίνης στο μητρικό γάλα φάνηκαν να συνδέονται με μεγαλύτερη ποικιλομορφία των βακτηρίων της εντερικής μικροχλωρίδας του βρέφους, καθώς και με βακτηριακές δράσεις που προάγουν την ανάπτυξη φραγμών στο έντερο, ενάντια σε επιβλαβείς τοξίνες, προστατεύοντας έτσι το βρέφος από τον κίνδυνο εμφάνισης φλεγμονής.
Από την άλλη, οι ερευνητές βρήκαν σημαντικές διαφορές στη «σύνθεση» της εντερικής μικροχλωρίδας, μεταξύ των βρεφών που γεννήθηκαν από παχύσαρκες μητέρες κι εκείνων που γεννήθηκαν από μητέρες φυσιολογικού σωματικού βάρους. Ειδικότερα, τα βρέφη των οποίων οι μητέρες ήταν παχύσαρκες, παρουσίασαν μικρότερο αριθμό βακτηρίων ενός είδους, που συμβάλλει στην φυσιολογική ανάπτυξη του εντέρου και την ωρίμανση της εντερικής μικροχλωρίδας.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, πρόκειται για την πρώτη μελέτη που δείχνει ότι ορισμένες ορμόνες του μητρικού γάλακτος ενδεχομένως να παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση υγιούς εντερικής μικροχλωρίδας στο βρέφος. Κλείνοντας, σχολιάζουν πως είναι πιθανό οι εν λόγω ορμόνες να ευθύνονται εν μέρει για την ευεργετική επίδραση που γνωρίζουμε ότι ασκεί το μητρικό γάλα στην ωρίμανση και τη λειτουργία του εντέρου του βρέφους.
Από τη Χριστίνα Κατσαρού, επιστημονική συνεργάτη neadiatrofis.gr