Ο μέσος όρος ζωής στις αναπτυγμένες κοινωνίες έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία 100 χρόνια.
Χαρακτηριστικό είναι, ότι το προσδόκιμο ζωής στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης έχει αυξηθεί από τα 49 έτη το 1900 στα 81 έτη σήμερα, ενώ η αύξηση αυτή που επήλθε κατά τα τελευταία 100 χρόνια ήταν μεγαλύτερη από ότι είχε παρατηρηθεί κατά τα προηγούμενα 10.000 χρόνια. Αυτό έχει αποδοθεί στα σημαντικά επιτεύγματα της ιατρικής, της υγιεινής και στην βελτίωση των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, που οδήγησαν και στην μείωση της βρεφικής θνησιμότητας.
Η διαδικασία της γήρανσης αποτελεί μια αλληλεπίδραση γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, ενώ η πιθανότητα μακροβιότητας εξαρτάται από την ικανότητα επιδιόρθωσης του κάθε οργανισμού των διαταραχών που προκαλούνται στο γενετικό του υλικό, γνωστό ως DNA. Καθώς όμως το γενετικό μας υλικό είναι προκαθορισμένο, η τροποποίηση των περιβαλλοντικών παραμέτρων, αποτελεί το μόνο εργαλείο για την κατάκτηση “υγιούς γήρανσης”.
Γιατί σε μερικούς πληθυσμούς όμως, η γήρανση επιβραδύνεται; Αυτό το ερώτημα έχει απασχολήσει πολλούς ερευνητές καθώς έχουν, παγκοσμίως, εντοπιστεί περισσότερα από 1000 άτομα που επέζησαν μετά την ηλικία των 110 ετών. Η μελέτη πληθυσμών με αυξημένα ποσοστά μακρόβιων κατοίκων, θα μπορούσε να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα που αφορούν την αλληλεπίδραση περιβαλλοντικών και γενετικών παραγόντων στην διαδικασία φυσικής επιλογής επιβίωσης των πληθυσμών.
Πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα έδειξαν ότι η Ικαρία, μαζί με τη Σαρδηνία, τη Λόμα Λίντα του Μεξικό, την Νικόγια στην Κόστα Ρίκα και την Οκινάβα της Ιαπωνίας, είναι οι περιοχές του κόσμου με τα υψηλότερα ποσοστά υπερήλικων στον κόσμο, καθώς το ποσοστό του πληθυσμού ζει πάνω από 90 χρόνια είναι περίπου δεκαπλάσιο του μέσου Ευρωπαϊκού με παράλληλη διατήρηση καλής ποιότητας ζωής. Οι μέχρι τώρα παρατηρήσεις συγκλίνουν ότι οι κάτοικοι όλων των παραπάνω περιοχών εμφανίζουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά ζωής που συνοψίζονται σε κατανάλωση συνετής σε θερμίδες δίαιτας πλούσιας σε φρούτα, λαχανικά, όσπρια, τοπικά αφεψήματα, ορεσίβια ζωή με καθημερινή φυσική δραστηριότητα και ενασχόληση σε αγροτικές εργασίες, χαλιναγώγηση ψυχικού στρες με ανάπτυξη έντονων κοινωνικών δεσμών και διατήρηση ενεργού κοινωνικού ρόλου ακόμα και σε προχωρημένη ηλικία, ενώ έχουν καταγραφεί και γενετικές μεταλλάξεις που φαίνεται να σχετίζονται με την έκφραση ορμονών του φύλου, όπως την τεστοστερόνη, και την αύξηση του προσδόκιμου ζωής στους άρρενες κατοίκους.
Χαρακτηριστικό είναι ότι στην Ικαρία η εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου καθυστερεί περίπου 8 έτη από την μέση ηλικία εμφάνισης στο γενικότερο Ελληνικό πληθυσμό, ενώ οι γεωφυσικές ιδιομορφίες της νήσου με τις ιαματικές πηγές και το γρανιτώδες προέλευσης υπέδαφος, θέτουν ένα περαιτέρω πεδίο έρευνας.
Dr. Χριστίνα Χρυσοχόου
Καρδιολόγος , Επιμελήτρια ‘A ΕΣΥ,
1η Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, Ιπποκράτειο Νοσοκομείο