Το γνωρίζουμε από πολύ παλιά, καθώς οι αρχαίοι το ήξεραν και το χρησιμοποιούσαν για τις ιδιότητές του.
Μιλάμε για το δίκκοκο σιτάρι, μια ποικιλία σιταριού, που ενώ ήταν ευρέως διαδεδομένη στην αρχαιότητα, σταδιακά στη σύγχρονη εποχή εγκαταλείφθηκε Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχει επανέλθει στο προσκήνιο, καθώς το δίκοκκο σιτάρι και τα προϊόντα του (με κυριότερο από όλα το ψωμί) βρίσκονται πλέον διαθέσιμα και χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ποικιλίας αρτοσκευασμάτων. Παράλληλα, όλο και περισσότερες μελέτες εξετάζουν τις διαφορές του με το κοινό σιτάρι σε επίπεδο θρεπτικών συστατικών, καθώς και τα οφέλη της συστηματικής κατανάλωσής του για την υγεία.
Όσον αφορά στη διατροφική του αξία, ξεχωρίζει γιατί είναι πλούσιο σε φυτικές ίνες, που συμβάλλουν στην καλή λειτουργία του εντέρου και αυξάνουν το αίσθημα κορεσμού, διευκολύνοντας έτσι τον έλεγχο πρόσληψης τροφής.
Παράλληλα, διαθέτει υψηλή περιεκτικότητα σε πολλά απαραίτητα αμινοξέα, με κυριότερα από αυτά τη λυσίνη. Η λυσίνη είναι ένα δομικό συστατικό του οργανισμού, το οποίο λείπει από τροφές φυτικές προέλευσης. Το δίκοκκο σιτάρι υπερέχει σε σχέση με άλλα είδη σιταριού στην περιεκτικότητα σε λυσίνη. Για το λόγο αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί μια εξαιρετική επιλογή, εκτός των άλλων, για άτομα που δεν τρώνε κρέας και είναι φυτοφάγοι. Σε συνδυασμό μάλιστα και με άλλες διατροφικές πηγές λυσίνης – όπως τα όσπρια και οι ξηροί καρποί-, παρέχει πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας.
Στα θρεπτικά του συστατικά περιλαμβάνονται επίσης σημαντικές ποσότητες βιταμινών του συμπλέγματος Β, βιταμίνη Ε, πολύτιμα μέταλλα όπως το μαγνήσιο και ο σίδηρος και αντιοξειδωτικά συστατικά.
Επιστημονική Ομάδα neadiatrofis.gr