Πιθανότατα, ανατρέχοντας στα παιδικά μας χρόνια, πολλοί από εμάς θυμόμαστε τη μαμά μας να μας παροτρύνει να φάμε σπανάκι γιατί είναι «δυναμωτικό».
Σήμερα, λαμβάνοντας υπόψιν το πλήθος των θρεπτικών συστατικών που περιέχει και τις ευεργετικές δράσεις που αυτά ασκούν στον οργανισμό, σίγουρα θα δικαιολογούσαμε την επιμονή της…
Πρόκειται για ένα λαχανικό που συνδυάζει υψηλή διατροφική αξία και χαμηλό θερμιδικό περιεχόμενο. Παράλληλα, η περιεκτικότητά του σπανακιού σε ορισμένα πολύτιμα θρεπτικά συστατικά είναι τέτοια, που ακόμη και μικρή ποσότητα μπορεί να καλύψει σημαντικό ποσοστό των ημερήσιων αναγκών του οργανισμού σε αυτά.
Το σπανάκι αποτελεί εξαιρετική πηγή βιταμίνης Α, που είναι απαραίτητη για την υγεία των ματιών και τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και βιταμίνης Κ, η οποία παίζει βασικό ρόλο στη διαδικασία πήξης του αίματος και ταυτόχρονα συμβάλλει στη διατήρηση της οστικής υγείας. Ενδεικτικά, ένα φλιτζάνι βρασμένο σπανάκι παρέχει περισσότερο από το 100% της συνιστώμενης ημερήσιας πρόσληψης βιταμίνης Α, ενώ αρκούν λίγα μόνο φύλλα προκειμένου να καλυφθούν οι ημερήσιες ανάγκες σε βιταμίνη Κ. Επιπλέον, αποτελεί πλούσια πηγή φυλλικού οξέος, μαγνησίου, καλίου και φυτικών ινών, ενώ παρέχει και σημαντικές ποσότητες βιταμίνης Ε, βιταμίνης C, φωσφόρου, μαγγανίου και ψευδαργύρου.
Το ασβέστιο και ο σίδηρος θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελούν «ειδική» κατηγορία θρεπτικών συστατικών στο σπανάκι, καθώς από τη μία η περιεκτικότητά του σε αυτά είναι υψηλή, αλλά από την άλλη, υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες που περιορίζουν τη βιοδιαθεσιμότητά τους, δηλαδή την απορρόφησή τους από τον οργανισμό. Συνεπώς, αν και συγκαταλέγεται στις καλές πηγές των εν λόγω θρεπτικών συστατικών, η κατανάλωση σπανακιού από μόνη της δεν αρκεί ώστε να καλύψει ικανοποιητικά τις ανάγκες του οργανισμού σε αυτά. Βέβαια, στην περίπτωση του σιδήρου τουλάχιστον, η ταυτόχρονη κατανάλωση μιας πηγής βιταμίνης C (προσθήκη λεμονιού, ντομάτας ή πιπεριάς ή κατανάλωση χυμού πορτοκαλιού) βελτιώνει σημαντικά την απορρόφησή του.
Η θρεπτική αξία του σπανακιού ενισχύεται και από την υψηλή περιεκτικότητά του σε φυτοχημικά συστατικά και ειδικότερα φλαβονοειδή και καροτενοειδή, που ασκούν ισχυρή αντιοξειδωτική δράση, προστατεύοντας τον οργανισμό από την επιβλαβή δράση των ελευθέρων ριζών και συμβάλλοντας στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης χρόνιων νοσημάτων που συνδέονται με το οξειδωτικό στρες, όπως ο καρκίνος και ορισμένες εκφυλιστικές ασθένειες του νευρικού συστήματος. Ακόμη, το σπανάκι περιέχει λουτεΐνη και ζεαξανθίνη, συστατικά που σχετίζονται με την υγεία των ματιών, προστατεύοντας τον αμφιβληστροειδή χιτώνα από την υπεριώδη ακτινοβολία και προλαμβάνοντας ασθένειες όπως η εκφύλιση της ωχράς κηλίδας.
Από την άλλη πλευρά, μειονέκτημα του σπανακιού είναι η υψηλή περιεκτικότητά του σε οξαλικά οξέα, τα οποία αφενός εμποδίζουν την απορρόφηση ορισμένων θρεπτικών συστατικών, όπως για παράδειγμα του ασβεστίου και του σιδήρου, και αφετέρου συμβάλλουν στο σχηματισμό νεφρόλιθων και κρυστάλλων ουρικού οξέος. Συνεπώς, θα ήταν καλό η κατανάλωσή του να περιορίζεται σε άτομα που έχουν τάση εμφάνισης νεφρόλιθων, καθώς και σε όσους πάσχουν από ουρική αρθρίτιδα.
Επιστημονική Ομάδα neadiatrofis.gr