Οι φτωχές διατροφικές συνήθειες έχουν συσχετισθεί με ποικίλους παράγοντες μεταξύ των οποίων ανήκει και το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο των ατόμων [ΚΟΕ]. Συγκεκριμένα, τα άτομα που ανήκουν σε κατώτερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα παρουσιάζουν μεγαλύτερη επιρρέπεια στο να καταναλώνουν δίαιτες που δεν είναι οι βέλτιστες δυνατές και γενικά χαρακτηρίζονται για τις φτωχότερες διατροφικές επιλογές τους.
Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι άτομα που ανήκουν σε χαμηλότερο ΚΟΕ παρουσιάζουν χαμηλότερη και μικρότερης ποικιλίας κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, ενώ παράλληλα έχουν την τάση να επιλέγουν τρόφιμα τα οποία είναι φτωχά σε φυτικές ίνες, σε ορισμένα μικροθρεπτικά συστατικά αλλά ταυτόχρονα πλούσια σε ολικά και κορεσμένα λιπαρά.
Μια συστηματική ανασκόπηση μελετών που πραγματοποιήθηκαν στην Ευρώπη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι λιγότερο υγιεινά διατροφικά πρότυπα απαντώνται μεταξύ των χαμηλότερων ΚΟΕ. Κοινωνικοοικονομικές διαφοροποιήσεις παρουσιάζονται ως προς τη κατανάλωση φρούτων και λαχανικών καθώς και ως προς την πρόσληψη βιταμίνης Α, βιταμίνης C και φυλλικού οξέος.
Κατά ένα μεγάλο μέρος το παρόν ζήτημα φαίνεται να οφείλεται στην ανεπαρκή εκπαίδευση και κινητοποίηση των ατόμων αυτών για θέματα υγείας και διατροφής.
Τόσο οι σχολικές όσο και οι κρατικές δομές θα πρέπει να δέσουν τα θεμέλια για την παροχή κατάλληλης γνώσης και πληροφόρησης σε όλα τα άτομα ανεξαρτήτως ΚΟΕ.
Ας μην ξεχνάμε ότι η διατροφή έχει συμπεριφοριστική διάσταση και ο άνθρωπος μπορεί να εκπαιδευτεί και να προσαρμόσει τις συμπεριφοριστικές του επιλογές.
Επιστημονική Ομάδα neadiatrofis.gr